Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

Θουκυδίδη Περικλέους Επιτάφιος, Μετάφραση

Οι μαθητές μας μπορούν να διαβάσουν πιο κάτω τη μετάφραση των χωρίων που ορίζονται από το πρόγραμμα ότι θα διδαχθούν από το πρωτότυπο.

Εναλλακτικά μπορούν να κατεβάσουν σε pdf τη μετάφραση πατώντας εδώ και κάνοντας λήψη και αποθήκευση του αρχείου. (Πατήστε το download πάνω δεξιά)
Για να διαβαστεί στον υπολογιστή σας θα πρέπει να έχετε εγκατεστημένο το Adobe Reader. Μπορείτε να τον κατεβάσετε από εδώ (κλικ)





ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36

«Ἄρξομαι δέ ἀπό τῶν προγόνων πρῶτον· δίκαιον γάρ αὐτοῖς καί πρέπον δέ ἅμα ἐν τῷ τοιῷδε τήν τιμήν ταύτην τῆς μνήμης δίδοσθαι.
τήν γάρ χώραν οἱ αὐτοί αἰεί οἰκοῦντες διαδοχῇ τῶν ἐπιγιγνομένων μέχρι τοῦδε ἐλευθέραν δι' ἀρετήν παρέδοσαν.
καί ἐκεῖνοι τε ἄξιοι ἐπαίνου καί ἔτι μᾶλλον οἱ πατέρες ἡμῶν· κτησάμενοι γάρ πρός οἷς ἐδέξαντο ὅσην ἔχομεν ἀρχήν οὐκ ἀπόνως ἡμῖν τοῖς νῦν προσκατέλιπον.
τά δέ πλείω αὐτῆς αὐτοί ἡμεῖς οἵδε οἱ νῦν ἔτι ὄντες μάλιστα ἐν τῇ καθεστηκυίᾳ ἡλικίᾳ ἐπηυξήσαμεν καί τήν πόλιν τοῖς πᾶσι παρεσκευάσαμεν καί ἐς πόλεμον καί ἐς εἰρήνην αὐταρκεστάτην.
ὧν ἐγώ τά μέν κατά πολέμους ἔργα, οἷς ἕκαστα ἐκτήθη, ἤ εἴ τι αὐτοί ἤ οἱ πατέρες ἡμῶν βάρβαρον ἤ Ἕλληνα πολέμιον ἐπιόντα προθύμως ἠμυνάμεθα, μακρηγορεῖν ἐν εἰδόσιν οὐ βουλόμενος, ἐάσω ·
ἀπό δέ οἵας τε ἐπιτηδεύσεως ἤλθομεν ἐπ' αὐτά καί μεθ' οἵας πολιτείας καί τρόπων ἐξ οἵων μεγάλα ἐγένετο, ταῦτα δηλώσας πρῶτον εἶμι καί ἐπί τόν τῶνδε ἔπαινον, νομίζων ἐπί τε τῷ παρόντι οὐκ ἄν ἀπρεπῆ λεχθῆναι αὐτά καί τόν πάντα ὅμιλον καί ἀστῶν καί ξένων ξύμφορον εἶναι ἐπακοῦσαι αὐτῶν».

Θα αρχίσω λοιπόν από τους προγόνους πρώτα· γιατί είναι δίκαιο, και συγχρόνως ταιριαστό, σε μια τέτοια περίσταση, να δίνεται σ' αυτούς η τιμή αυτή της μνημόνευσης.
Γιατί οι ίδιοι κατοικώντας ανέκαθεν στη χώρα κατά τη διαδοχή των γενεών την παρέδωσαν με την ανδρεία τους ελεύθερη ως τώρα.
Και εκείνοι αξίζουν έπαινο κι ακόμη περισσότερο οι πατέρες μας· γιατί, αφού, κοντά σ' αυτά που κληρονόμησαν, απόκτησαν με μόχθο όση εξουσία έχουμε, την κληροδότησαν σ' εμάς τους σημερινούς.
Όμως τα περισσότερα απ' αυτήν την εξουσία εμείς οι ίδιοι, που βρισκόμαστε τώρα στην ώριμη ηλικία, τα αυξήσαμε περισσότερο και προετοιμάσαμε την πόλη σε όλα, ώστε να είναι πάρα πολύ αυτάρκης και για πόλεμο και για ειρήνη.
Τα πολεμικά βέβαια κατορθώματα αυτών, με τα οποία το καθετί χωριστά αποκτήθηκε, ή το αν κάποτε εμείς οι ίδιοι ή οι πατέρες μας αποκρούσαμε με προθυμία κάποιο βάρβαρο Έλληνα επιδρομέα, θα τ' αφήσω, επειδή δε θέλω να μακρηγορώ μπροστά σ' ανθρώπους που τα ξέρουν.
Αντίθετα, και με ποιες αρχές φτάσαμε σ' αυτό το σημείο και με ποιο πολίτευμα και με ποιους τρόπους ζωής έγινε η ακμή μεγάλη, αυτά αφού πρώτα πρώτα πω, θα έρθω και στον έπαινο αυτόν εδώ, γιατί νομίζω ότι, στην περίπτωση μας θα είναι πολύ ταιριαστό να ειπωθούν αυτά και ότι είναι ωφέλιμο όλος ο συγκεντρωμένος λαός, και από πολίτες και από ξένους, να τ' ακούσει αυτά.




ΚΕΦΑΛΑΙΟ 37
«Χρώμεθα' γάρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τούς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δέ μᾶλλον αὐτοί ὄντες τισίν ἤ μιμούμενοι ἑτέρους, καί ὄνομα μέν διά τό μή ἐς ὀλίγους ἀλλ' ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται·
μέτεστι δέ κατά μέν τούς νόμους πρός τά ἴδια διάφορα πᾶσι τό ἴσον, κατά δέ τήν ἀξίωσιν , ὡς ἕκαστος ἐν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπό μέρους τό πλέον ἐς τά κοινά ἤ ἀπ' ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ' αὖ κατά πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθόν δρᾶσαι τήν πόλιν, ἀξιώματος ἀφάνειᾳ κεκώλυται.
ἐλευθέρως δέτά τε πρός τό κοινόν πολιτεύομεν καί ἐς τήν πρός ἀλλήλους τῶν καθ' ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι' ὀργῆς τόν πέλας, εἰ καθ' ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδέ ἀζημίους μέν, λυπηράς δέ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι,
ἀνεπαχθῶς δέ τά ἴδια προσομιλοῦντες τά δημόσια διά δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν αἰεί ἐν ἀρχῇ ὄντων ἀκροάσει καί τῶν νόμων, καί μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ' ὠφελίᾳ τῶν ἀδικούμενων κεῖνται καί ὅσοι ἄγραφοι ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην φέρουσιν».

Συγκεκριμένα έχουμε πολίτευμα που δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων, αλλά πιο πολύ είμαστε εμείς παράδειγμα σε μερικούς παρά μιμούμαστε άλλους. Κι ως προς το όνομα βέβαια έχει ονομαστεί δημοκρατία, επειδή η εξουσία δε βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών αλλά του δήμου.
Και σύμφωνα βέβαια με τους νόμους έχουν όλοι ίδια δικαιώματα για τις ιδιωτικές τους διαφορές, για την προσωπική όμως επιβολή, όπως καθένας προκόβει σε κάποιον τομέα, προτιμάται στα δημόσια αξιώματα όχι τόσο από την κοινωνική του καταγωγή, παρά από την ικανότητα του ούτε πάλι αν είναι φτωχός, εφόσον μπορεί βέβαια να κάνει κάτι καλό στην πολιτεία, εμποδίζεται από την ασημότητα της κοινωνικής του θέσης.
Εξάλλου και τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία, και στις καθημερινές απασχολήσεις είμαστε απαλλαγμένοι από καχυποψία μεταξύ μας, και δεν αγανακτούμε με το γείτονα μας, αν κάνει κάτι όπως του αρέσει, κι ούτε παίρνουμε το ύφος πειραγμένου, που δεν επιφέρει βέβαια ποινή, όμως στενοχωρεί.
Κι αν στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια ζωή από σεβασμό προπάντων δεν παρανομούμε, χάρη στην υπακοή σ' αυτούς που κάθε φορά διοικούν την πόλη και (χάρη στην υπακοή) στους νόμους και προπάντων σ' εκείνους απ' αυτούς που και ισχύουν για να ωφελούν τους αδικούμενους και που, αν και είναι άγραφοι, φέρνουν αναμφισβήτητη ντροπή.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 39
Διαφέρομεν δέ καί ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων τοῖσδε. τήν τε γάρ πόλιν κοινήν παρέχομεν καί οὐκ  ἔστιν ὅτε ξενηλασίαις ἀπείργομέν τίνα ἤ μαθήματος ἤ θεάματος, ὅ μή κρυφθέν ἄν τις τῶν πολεμίων ἰδών ὠφεληθείη, πιστεύοντες οὐ ταῖς παρασκευαῖς τό πλέον καί ἀπάταις ἤ τῷ ἀφ' ἡμῶν αὐτῶν ἐς τά ἔργα εὐψύχῳ·
καί ἐν ταῖς παιδείαις οἱ μέν ἐπιπόνῳ ἀσκήσει εὐθύς νέοι ὄντες τό ἀνδρεῖον μετέρχονται, ἡμεῖς δέ ἀνειμένως διαιτώμενοι οὐδέν ἧσσον ἐπί τούς ἰσοπαλεῖς κινδύνους χωροῦμεν.
τεκμήριον δέ· οὔτε γάρ Λακεδαιμόνιοι καθ' ἑαυτούς, μεθ' ἁπάντων δέ ἐς τήν γῆν ἡμῶν στρατεύουσι, τήν τε τῶν πέλας αὐτοί ἐπελθόντες  οὐ χαλεπῶς ἐν τῇ ἀλλότριᾳ τούς περί τῶν οἰκείων ἀμυνόμενους μαχόμενοι τά πλείω κρατοῦμεν.
ἁθρόα τε τῇ δυνάμει ἡμῶν οὐδείς πω πολέμιος ἐνέτυχε διά τήν τοῦ ναυτικοῦ τε ἅμα ἐπιμέλειαν καί την ἐν τῇ γῇ ἐπί πολλά ἡμῶν αὐτῶν ἐπίπεμψιν· ἤν δέ που μορίῳ τινί προσμείξωσι, κρατήσαντές τέ τινας νικηθέντες ὑφ' ἁπάντων ἡσσῆσθαι. καίτοι εἰ ῥαθυμίᾳ μᾶλλον ἤ πόνων μελέτῃ καί μή μετά νόμων τό πλέον ἤ τρόπων ἀνδρείας ἐθέλομεν κινδυνεύειν, περιγίγνεται ἡμῖν τοῖς τε μέλλουσιν ἀλγεινοῖς μή προκάμνειν, καί ές αὐτά ἐλθοῦσι μή ἀτολμότερους τῶν αἰεί μοχθούντων φαίνεσθαι, καί ἐν τε τούτοις τήν πόλιν ἀξίαν εἶναι θαυμάζεσθαι καί ἔτι ἐν ἄλλοις».
Αλλά και με την στρατιωτική εκπαίδευση διαφέρουμε από τους αντιπάλους μας στα ακόλουθα. Συγκεκριμένα, και την πόλη μας κρατάμε ανοιχτή σε όλους, και ποτέ δεν εμποδίζουμε κάποιον με απέλαση είτε από το να μάθει είτε από το να δει κάτι, που αν δεν το κρύψουμε και το δει κάποιος απ' τους εχθρούς μας, μπορεί να ωφεληθεί, γιατί έχουμε εμπιστοσύνη όχι τόσο στις πολεμικές προετοιμασίες και τεχνάσματα, όσο στην προσωπική μας γενναιοψυχία την ώρα της μάχης·
και στα εκπαιδευτικά συστήματα αυτοί από τη μια με επίπονες ασκήσεις επιδιώκουν αμέσως από την παιδική τους ηλικία να γίνουν ανδρείοι, ενώ εμείς, μονολότι ζούμε άνετα, προχωρούμε με όχι κατώτερο φρόνημα σε ίδια μεγάλους κινδύνους.
Και η απόδειξη συγκεκριμένα, και οι Λακεδαιμόνιοι δεν εκστρατεύουν μόνοι τους παρά μαζί με όλους τους σύμμαχους τους στη χώρα μας, και εμείς οι ίδιοι, κάθε φορά που εισβάλλουμε στη χώρα των άλλων, νικούμε τις περισσότερες φορές χωρίς δυσκολία μονολότι πολεμούμε σε ξένο τόπο, ανθρώπους που αμύνονται για τη σωτηρία της χώρας τους.
Και συγκεντρωμένη τη δύναμη μας κανείς εχθρός ως τώρα δεν την αντιμετώπισε, επειδή εμείς ταυτόχρονα και το ναυτικό φροντίζουμε, και σε πολλά μέρη της στεριάς στέλνουμε στρατό από μας τους ίδιους. Και αν κάπου (οι εχθροί) συγκρουστούν με κάποιο τμήμα μας και νικήσουν μερικούς από μας, καυχιούνται πως μας έχουν τρέψει σε φυγή όλους, και αν νικηθούν, ισχυρίζονται πως έχουν νικηθεί από όλους μας. Και βέβαια, αν ριχνόμαστε πρόθυμα στον κίνδυνο με ανεμελιά περισσότερο, παρά με επίπονη άσκηση και με ανδρεία που δεν πηγάζει τόσο από την επιβολή του νόμου όσο απ' τον τρόπο της ζωής μας, μας μένει κέρδος και το να μην κουραζόμαστε προκαταβολικά για τις δύσκολες στιγμές που είναι να έρθουν, και, όταν φτάσουμε σ' αυτές, να μη δειχνόμαστε κατώτεροι απ' αυτούς που αδιάκοπα πασχίζουν. Και ισχυρίζομαι ότι η πόλη μας και σ' αυτά είναι άξια να τη θαυμάζει κανείς και σε άλλα ακόμη.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 40
«Φιλοκαλοῦμέν τε γάρ μετ' εὐτέλειας καί φιλοσοφοϋμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε έργου μᾶλλον καιρῷ ἤ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καί τό πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινι αἰσχρόν, ἀλλά μή διαφεύγειν ἔργω αἴσχιον.
ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἄμα καί πολι­τικῶν ἐπιμέλεια, καί ἑτέροις ἕτερα πρός ἔργα τετραμμένοις τά πο λιτικά μή ἐνδεῶς γνῶναι μόνοι γάρ τόν τε μηδέν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ' ἀχρεῖον' νομίζομεν, καί οἱ αὐτοί ἤτοι κρίνομέν γε ἤ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τά πράγματα, οὐ τούς λόγους τοῖς ἔργοις βλάβην ἡγούμενοι, ἀλλά μή προδιδαχθῆναι μᾶλλον λόγῳ πρότερον ἤ ἐπί ἅ δεῖ ἔργῳ ἐλθεῖν.
διαφερόντως γάρ δή καί τόδε ἔχομεν ὥστε τολμᾶν τε οἱ αὐτοί μάλιστα καί περί ὧν ἐπιχειρήσομεν ἐκλογίζεσθαί δ’ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μέν θράσος, λογισμός δέ ὄκνον φέρει, κράτιστοι δ' ἄν τήν ψυχήν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινά καί ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καί διά ταῦτα μή ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων, καί τά ἐς ἀρετήν ἐνηντιώμεθα τοῖς πολλοῖς·
οὐ γάρ πάσχοντες εὖ, ἀλλά δρῶντες κτώμεθα τούς φί­λους, βεβαιότερος δέ ὁ δράσας τήν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι' εὐνοίας ᾧ δέδωκε σῴζειν ὁ δέ ἀντοφείλων ἀμβλύτερος, εἰδώς οὐκ ἐς χάριν, ἀλλ' ἐς ὀφείλημα τήν ἀρετήν ἀποδώσων. καί μόνοι οὐ τοῖς ξυμφέροντος μᾶλλον λογισμῷ ἤ τῆς ἐλευθερίας τῷ πιστῷ ἀδεῶς τινά ὠφελοῦμεν».
Συγκεκριμένα αγαπούμε το ωραίο με λιτότητα και καταγινόμαστε με τα γράμματα χωρίς μαλθακότητα. Και χρησιμοποιούμε τον πλούτο πιο πολύ για να έχουμε τη δυνατότητα για κάποιο έρ­γο, παρά για κομπορρημοσύνη, και δεν είναι ντροπή να παραδέχεται κανείς τη φτώχεια του, παρά πιο ντροπή είναι να μην την αποφεύγει δουλεύοντας.
Και συμβαίνει οι ίδιοι άνθρωποι να φροντίζουν και για τα ιδιωτικά τους ζητήματα και συγχρόνως και για τα δημόσια, και άλλοι πάλι, ενώ ο καθένας μας καταγίνεται με διαφορετική απασχόληση, να κατέχουμε τα πολιτικά ζητήματα σε βαθ­μό ικανοποιητικό· γιατί μόνο εμείς, αυτόν που δεν παίρνει καθόλου μέρος σ' αυτά, τον θεωρούμε όχι φιλήσυχο αλλά άχρηστο, κι εμείς οι ίδιοι διατυπώνουμε τουλάχιστο ορθές σκέψεις πάνω στα ζητήματα ή τα συλλογιζόμαστε σωστά, επειδή δεν πιστεύουμε ότι τα λόγια βλάπτουν τις πράξεις, παρά περισσότερο το να μην κατατοπιστούμε πρώτα με το λόγο, πριν προβούμε σε ενέργειες για όσα πρέπει να γίνουν.
Γιατί πραγματικά, και σ’ αυτό είμαστε ξεχωριστοί, ώστε και να δείχνουμε τόλμη οι ίδιοι σε μεγάλο βαθμό, και να υπολογίζουμε με ακρίβεια τις συνέπειες για όσα θα κάνουμε. Αντίθετα στους άλλους η άγνοια βέβαια φέρνει αλόγιστο θάρρος, ενώ η σκέψη δισταγμό. Και πολύ δυνατοί στην ψυχή μπορεί να θεωρηθούν δίκαια εκείνοι που ξέρουν με μεγάλη ακρίβεια και τους κινδύνους του πολέμου και τις απολαύσεις της ειρήνης, και που όμως δεν προσπαθούν να αποφύγουν τους κινδύνους.
Και στην καλή διάθεση δεν έχουμε την ίδια γνώμη με τον πολύ κόσμο γιατί αποκτούμε τους φίλους μας όχι ευεργετούμενοι αλλά ευεργετώντας. Κι ο ευεργέτης είναι πιο σταθερός φίλος, εφόσον επιδιώκει να διατηρεί την ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου, με τη συμπάθεια που δείχνει σ' αυτόν. Αντίθετα ο ευεργετημένος είναι απρόθυμος (να ξοφλήσει το χρέος του) γιατί ξέρει πως θα ανταποδώσει την ευεργεσία όχι για να του χρωστούν ευγνωμοσύνη παρά για ένα χρέος που ξοφλάει. Και μόνο εμείς ωφελούμε κάποιον άφοβα, όχι από υπολογισμό τους συμφέροντος, παρά μάλλον από φιλελεύθερο φρόνημα.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 41
«Ξυνελών' τε λέγω τήν τε πᾶσαν πόλιν τῆς Ἑλλάδος παίδευσιν εἶναι καί καθ' ἑκαστον δοκεῖν ἄν μοι τόν αὐτόν ἄνδρα παρ' ἡμῶν ἐπί πλεῖστ' ἄν εἴδη καί μετά χαρίτων μάλιστ' ἄν εὐτραπέλως τό σῶμα αὔταρκες παρέχεσθαι.
καί ὡς οὐ λόγων ἐν τῷ παρόντι κόμπος τάδε μᾶλλον ἤ ἔργων ἐστίν ἀλήθεια, αὕτη ἡ δύναμις τῆς πόλεως, ἥν ἀπό τῶνδε τῶν τρόπων ἐκτησάμεθα, σημαί­νει, μόνη γάρ τῶν νῦν ἀκοῆς κρείσσων ἐς πεῖραν ἔρχεται,
καί μόνη οὔτε τῷ πολεμίῳ ἐπελθόντι ἀγανάκτησιν ἔχει ὑφ' οἵων κακοπαθεῖ οὔτε τῷ ὑπηκόῳ κατάμεμψιν ὡς οὐχ ὑπ' ἀξίων ἄρχεται, μετά με­γάλων δέ σημείων καί οὐ δή τοι ἀμάρτυρον γε τήν δύναμιν παρασχόμενοι τοῖς τε νῦν καί τοῖς ἔπειτα θαυμασθησόμεθα,
καί οὐδέν προσδεόμένοι οὔτε Ὁμήρου ἐπαινέτου οὔτε ὅστις ἔπεσι μέν τό αὐτίκα τέρψει, τῶν δ' ἔργων τήν ὑπόνοιαν ἡ ἀλήθεια βλάψει, ἀλλά πᾶσαν μέν θάλασσαν καί γῆν ἐσβατόν τῇ ἡμετέρᾳ τόλμῃ καταναγκάσαντες γενέσθαι, πανταχοῦ δέ μνημεῖα κακῶν τε κἀγαθῶν ἀΐδια ξυγκατοικίσαντες. περί τοιαύτης οὖν πόλεως οἵδε τε γενναί­ως δικαιοῦντες μή ἀφαιρεθήναι αὐτήν μαχόμένοι ἐτελεύτησαν, καί τῶν λειπομένων πάντα τινά ἐθέλειν ὑπέρ αὐτῆς κάμνειν».

Και συνοψίζοντας λέω ότι και η πόλη μας σε όλες τις εκδηλώσεις της είναι πνευματικό κέντρο της Ελλάδας, και, για τον καθένα χωριστά, ότι μου φαίνεται πως ο ίδιος πολίτης από μας μπορεί να παρουσιάσει τον εαυτό του αυτοδύναμο σε πάρα πολλά είδη ασχολιών και με χάρη και εξαιρετική επιδεξιότητα.
Και ότι αυτά εδώ δεν είναι μάλλον κομπορρημοσύνη της στιγμής αυτής παρά η πραγματική αλήθεια, αυτό το φανερώνει η ίδια η δύναμη της πόλης, την οποία αποκτήσαμε μ' αυ­τούς εδώ τους τρόπους σκέψης. Γιατί μόνο αυτή από τις τωρινές πόλεις βγαίνει από τη δοκιμασία ανώτερη από τη φήμη της
και μονάχα αυτή ούτε στον εχθρό, όταν της επιτεθεί, δίνει το δικαίωμα να πει με αγανάκτηση από τι ανάξιους εχθρούς νικιέται, ούτε στους συμμάχους της αφορμή για παράπονα, ότι τάχα δεν κυβερνιέται από άξιους. Και καθώς παρουσιάσαμε τη δύναμη μας με μεγάλες (απτές) αποδείξεις και όχι βέβαια χωρίς μαρτυρίες, θα μας θαυμάζουν και οι τωρινοί και οι μεταγενέστεροι,
και χωρίς να έχουμε καθόλου ανάγκη ούτε από έναν Όμηρο για να μας επαινέσει ούτε και από κανέναν άλλο - που με τα λόγια του θα μας δώσει μια πρόσκαιρη χαρά, την ιδέα όμως που θα σχηματιστεί (αργότερα) για τα έργα μας θα τη ζημιώσει η αλήθεια - παρά έχοντας αναγκάσει βέβαια με την τόλμη μας κάθε θάλασσα και στεριά να γίνει πέρασμα μας κι έχοντας ιδρύσει παντού αιώνια μνημεία και για τις συμφορές και για τις νίκες μας. Λοιπόν για μια τέτοια πόλη και αυτοί εδώ πέθαναν πολεμώντας γενναία, πιστεύοντας ότι ήταν καθήκον τους να μη χαθεί αυτή, και κα­θένας απ' αυτούς που μένουν στη ζωή είναι φυσικό να μοχθεί για χάρη της.



Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Παρουσίαση Εισαγωγής Στο Αρχαίο Θέατρο

Η εισαγωγή της Αντιγόνης σε Πρόγραμμα Προβολής Παρουσιάσεων (Powerpoint) από την Pagina Philologiae. Πατήστε τον παρακάτω σύνδεσμο και μετά πάνω δεξιά download:

Εισαγωγή στο Αρχαίο Θέατρο

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

Λυσίου υπέρ Μαντιθέου, μετάφραση



ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΕ Λ.Τ. ΘΗΒΑΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΚΥΚΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΛΑΣΙΟΣ ΤΖΟΥΜΑΡΗΣ

ΛΥΣΙΟΥ   ΥΠΕΡ ΜΑΝΤΙΘΕΟΥ

                     ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ                                         ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ


ΠΡΟΟΙΜΙΟ 1-3
[1] Ε μ συνδειν, βουλ, τος κατηγροις βουλομνοις κ παντς τρπου κακς μ ποιεν, πολλν ν ατος χριν εχον τατης τς κατηγορας· γομαι γρ τος δκως διαβεβλημνοις τοτους εναι μεγστων γαθν ατους, οτινες ν ατος ναγκζωσιν ες λεγχον τν ατος βεβιωμνων καταστναι. 


 [2]  γ γρ οτω σφδρα μαυτ πιστεω, στ λπζω κα ε τις πρς με τυγχνει ηδς [ κακς] διακεμενος, πειδν μο λγοντος κοσ περ τν πεπραγμνων, μεταμελσειν ατ κα πολ βελτω με ες τν λοιπν χρνον γσεσθαι.

[3] ξι δ, βουλ, ἐὰν μν τοτο μνον μν πιδεξω, ς ενους εμ τος καθεστηκσι πργμασι κα ς νγκασμαι τν ατν κινδνων μετχειν μν, μηδν π μοι πλον εναι. ἐὰν δ φανωμαι κα τ λλα μετρως βεβιωκς κα πολ παρ τν δξαν κα παρ τος λγους τος τν χθρν, δομαι μν μ μν δοκιμζειν, τοτους δ γεσθαι χερους εναι. πρτον δ ποδεξω ς οκ ππευον [οτ πεδμουν] π τν τρικοντα, οδ μετσχον τς ττε πολιτεας.



 
ΔΙΗΓΗΣΗ-ΑΠΟΔΕΙΞΗ 4-19.

 [4] μς γρ πατρ πρ τς ν λλησπντ συμφορς ς Στυρον τν ν τ Πντ διαιτησομνους ξπεμψε, κα οτε τν τειχν καθαιρουμνων <πεδημομεν> οτε μεθισταμνης τς πολιτεας, λλ λθομεν πρν τος π Φυλς ες τν Πειραι κατελθεν πρτερον πνθ μραις.
 [5] κατοι οτε μς εκς ν ες τοιοτον καιρν φιγμνους πιθυμεν μετχειν τν λλοτρων κινδνων, οτ κενοι φανονται τοιατην γνμην χοντες στε κα τος ποδημοσι κα τος μηδν ξαμαρτνουσι μεταδιδναι τς πολιτεας, λλ μλλον τμαζον κα τος συγκαταλσαντας τν δμον.



[6] πειτα δ κ μν το σανιδου τος ππεσαντας σκοπεν εηθς στιν· ν τοτ γρ πολλο μν τν μολογοντων ππεειν οκ νεισιν, νιοι δ τν ποδημοντων γγεγραμμνοι εσν. κενος δ στν λεγχος μγιστος· πειδ γρ κατλθετε, ψηφσασθε τος φυλρχους πενεγκεν τος ππεσαντας, να τς καταστσεις ναπρξητε παρ ατν.



[7] μ τονυν οδες ν ποδεξειεν οτ πενεχθντα π τν φυλρχων οτε παραδοθντα τος συνδκοις οτε κατστασιν καταβαλντα. κατοι πσι ῥᾴδιον τοτο γνναι, τι ναγκαον ν τος φυλρχοις, ε μ ποδεξειαν τος χοντας τς καταστσεις, ατος ζημιοσθαι. στε πολ ν δικαιτερον κενοις τος γρμμασιν τοτοις πιστεοιτε· κ μν γρ τοτων ῥᾴδιον ν ξαλειφθναι τ βουλομν, ν κενοις δ τος ππεσαντας ναγκαον ν π τν φυλρχων πενεχθναι.



 [8] τι δ, βουλ, επερ ππευσα, οκ ν ν ξαρνος ς δεινν τι πεποιηκς, λλ ξουν, ποδεξας ς οδες π μο τν πολιτν κακς ππονθε, δοκιμζεσθαι. ρ δ κα μς τατ τ γνμ χρωμνους, κα πολλος μν τν ττε ππευσντων βουλεοντας, πολλος δ ατν στρατηγος κα ππρχους κεχειροτονημνους. στε μηδν δι λλο με γεσθε τατην ποιεσθαι τν πολογαν, τι περιφανς τλμησν μου καταψεσασθαι. νβηθι δ μοι κα μαρτρησον.





9-13.
[9]  Περ μν τονυν ατς τς ατας οκ οδ τι δε πλεω λγειν· δοκε δ μοι, βουλ, ν μν τος λλοις γσι περ ατν μνων τν κατηγορημνων προσκειν πολογεσθαι, ν δ τας δοκιμασαις δκαιον εναι παντς το βου λγον διδναι. δομαι ον μν μετ ενοας κροσασθα μου. ποισομαι δ τν πολογαν ς ν δνωμαι δι βραχυττων.




[10] γ γρ πρτον μν οσας μοι ο πολλς καταλειφθεσης δι τς συμφορς κα τς το πατρς κα τς τς πλεως, δο μν δελφς ξδωκα πιδος τρικοντα μνς κατρ, πρς τν δελφν δ οτως νειμμην στ κενον πλον μολογεν χειν μο τν πατρων, κα πρς τος λλους παντας οτως βεβωκα στε μηδεπποτ μοι μηδ πρς να μηδν γκλημα γενσθαι.



[11] κα τ μν δια οτως δικηκα· περ δ τν κοινν μοι μγιστον γομαι τεκμριον εναι τς μς πιεικεας, τι τν νεωτρων σοι περ κβους πτους [περ] τς τοιατας κολασας τυγχνουσι τς διατριβς ποιομενοι, πντας ατος ψεσθ μοι διαφρους ντας, κα πλεστα τοτους περ μο λογοποιοντας κα ψευδομνους. κατοι δλον τι, ε τν ατν πεθυμομεν, οκ ν τοιατην γνμην εχον περ μο.


[12] τι δ, βουλ, οδες ν ποδεξαι περ μο δναιτο οτε δκην ασχρν οτε γραφν οτε εσαγγελαν γεγενημνην· κατοι τρους ρτε πολλ κις ες τοιοτους γνας καθεστηκτας. πρς τονυν τς στρατεας κα τος κινδνους τος πρς τος πολεμους σκψασθε οον μαυτν παρχω τ πλει.


[13] πρτον μν γρ, τε τν συμμαχαν ποισασθε πρς Βοιωτος κα ες λαρτον δει βοηθεν, π ρθοβολου κατειλεγμνος ππεειν πειδ πντας ἑώρων τος μν ππεουσιν σφλειαν εναι δεν νομζοντας, τος δ πλταις κνδυνον γουμνους, τρων ναβντων π τος ππους δοκιμστων παρ τν νμον γ προσελθν φην τ ρθοβολ ξαλεψα με κ το καταλγου, γομενος ασχρν εναι το πλθους μλλοντος κινδυνεειν δειαν μαυτ παρασκευσαντα στρατεεσθαι. Κα μοι νβηθι, ρθβουλε.





 [14] Συλλεγέντων τοίνυν τῶν δημοτῶν πρὸ τῆς ἐξόδου, εἰδὼς αὐτῶν ἐνίους πολίτας μὲν χρηστοὺς ὄντας καὶ προθύμους, ἐφοδίων δὲ ἀποροῦντας, εἶπον ὅτι χρὴ τοὺς ἔχοντας παρέχειν τὰ ἐπιτήδεια τοῖς ἀπόρως διακειμένοις. καὶ οὐ μόνον τοῦτο συνεβούλευον τοῖς ἄλλοις, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ἔδωκα δυοῖν ἀνδροῖν τριάκοντα δραχμὰς ἑκατέρῳ, οὐχ ὡς πολλὰ κεκτημένος, ἀλλ᾽ ἵνα παράδειγμα τοῦτο τοῖς ἄλλοις γένηται. Καί μοι ἀνάβητε.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ



[15] Μετὰ ταῦτα τοίνυν, ὦ βουλή, εἰς Κόρινθον ἐξόδου γενομένης καὶ πάντων προειδότων ὅτι δεήσει κινδυνεύειν, ἑτέρων ἀναδυομένων ἐγὼ διεπραξάμην ὥστε τῆς πρώτης τεταγμένος μάχεσθαι τοῖς πολεμίοις· καὶ μάλιστα τῆς ἡμετέρας φυλῆς δυστυχησάσης, καὶ πλείστων ἐναποθανόντων, ὕστερος ἀνεχώρησα τοῦ σεμνοῦ Στειριῶς τοῦ πᾶσιν ἀνθρώποις δειλίαν ὠνειδικότος.

 [16] καὶ οὐ πολλαῖς ἡμέραις ὕστερον μετὰ ταῦτα ἐν Κορίνθῳ χωρίων ἰσχυρῶν κατειλημμένων, ὥστε τοὺς πολεμίους μὴ δύνασθαι παριέναι, Ἀγησιλάου δ᾽ εἰς τὴν Βοιωτίαν ἐμβαλόντος ψηφισαμένων τῶν ἀρχόντων ἀποχωρίσαι τάξεις αἵτινες βοηθήσουσι, φοβουμένων ἁπάντων (εἰκότως, ὦ βουλή· δεινὸν γὰρ ἦν ἀγαπητῶς ὀλίγῳ πρότερον σεσωσμένους ἐφ᾽ ἕτερον κίνδυνον ἰέναι) προσελθὼν ἐγὼ τὸν ταξίαρχον ἐκέλευον ἀκληρωτὶ τὴν ἡμετέραν τάξιν πέμπειν.

[17] ὥστ᾽ εἴ τινες ὑμῶν ὀργίζονται τοῖς τὰ μὲν τῆς πόλεως ἀξιοῦσι πράττειν, ἐκ δὲ τῶν κινδύνων ἀποδιδράσκουσιν, οὐκ ἂν δικαίως περὶ ἐμοῦ τὴν γνώμην ταύτην ἔχοιεν· οὐ γὰρ μόνον τὰ προσταττόμενα ἐποίουν προθύμως, ἀλλὰ καὶ κινδυνεύειν ἐτόλμων. καὶ ταῦτ᾽ ἐποίουν οὐχ ὡς οὐ δεινὸν ἡγούμενος εἶναι Λακεδαιμονίοις μάχεσθαι, ἀλλ᾽ ἵνα, εἴ ποτε ἀδίκως εἰς κίνδυνον καθισταίμην, διὰ ταῦτα βελτίων ὑφ᾽ ὑμῶν νομιζόμενος ἁπάντων τῶν δικαίων τυγχάνοιμι. Καί μοι ἀνάβητε τούτων μάρτυρες.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ


18-19.

[18] Τν τονυν λλων στρατειν κα φρουρν οδεμις πελεφθην πποτε, λλ πντα τν χρνον διατετλεκα μετ τν πρτων μν τς ξδους ποιομενος, μετ τν τελευταων δ ναχωρν. κατοι χρ τος φιλοτμως κα κοσμως πολιτευομνους κ τν τοιοτων σκοπεν, λλ οκ ε τις κομ, δι τοτο μισεν· τ μν γρ τοιατα πιτηδεματα οτε τος διτας οτε τ κοινν τς πλεως βλπτει, κ δ τν κινδυνεειν θελντων πρς τος πολεμους παντες μες φελεσθε.


[19] στε οκ ξιον π ψεως, βουλ, οτε φιλεν οτε μισεν οδνα, λλ κ τν ργων σκοπεν· πολλο μν γρ μικρν διαλεγμενοι κα κο σμως μπεχμενοι μεγλων κακν ατιοι γεγνασιν, τεροι δ τν τοιοτων μελοντες πολλ κγαθ μς εσιν εργασμνοι.


 20-21                   ΕΠΙΛΟΓΟΣ

[20] Ηδη δ τινων σθμην, βουλ, κα δι τατα χθομνων μοι, τι νετερος ν πεχερησα λγειν ν τ δμ. γ δ τ μν πρτον ναγκσθην πρ τν μαυτο πραγμτων δημηγορσαι, πειτα μντοι κα μαυτ δοκ φιλοτιμτερον διατεθναι το δοντος, μα μν τν προγνων νθυμομενος, τι οδν ππαυνται τ τς πλεως πρττοντες,


[21] μα δ μς ρν (τ γρ ληθ χρ λγειν) τος τοιοτους μνους ξους <τινς> νομζοντας εναι· στε ρν μς τατην τν γνμην χοντας τς οκ ν παρθεη πρττειν κα λγειν πρ τς πλεως; τι δ τ ν τος τοιοτοις χθοισθε; ο γρ τεροι περ ατν κριτα εσιν, λλ μες.


ΠΡΟΟΙΜΙΟ 1-3.
[1] Αν δεν γνώριζα καλά, βουλευτές, ότι οι κατήγοροι επιδιώκουν με κάθε τρόπο να με βλάψουν, θα τους χρωστούσα μεγάλη ευγνωμοσύνη για την κατηγορία αυτή. Γιατί πιστεύω ότι για χάρη αυτών που συκοφαντούνται άδικα εκείνοι είναι αίτιοι των πιο μεγάλων καλών, όσοι τυχόν τους αναγκάζουν να λογοδοτήσουν για τις πράξεις της ζωής τους.
[2] Γιατί εγώ έχω τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, ώστε ελπίζω ότι και αν ακόμη υπάρχει κάποιος που να φέρεται άσχημα [ή εχθρικά] απέναντί μου, όταν ακούσει εμένα ν’ αναφέρομαι στα όσα έχουν γίνει, θ’ αλλάξει γνώμη και στο υπόλοιπο διάστημα θα με θεωρήσει πολύ καλύτερο.
[3]  Και έχω την αξίωση, βουλευτές, αν σας αποδείξω αυτό μόνο, ότι διάκειμαι φιλικά στο παρόν πολίτευμα και ότι έχω αναγκαστεί να συμμετέχω στους ίδιους κινδύνους μ’ εσάς, να μην υπάρξει καμιά επιπλέον ωφέλεια σε ’μένα. Εάν όμως φαίνομαι ότι και στα υπόλοιπα έχω ζήσει με μέτρο και πολύ αντίθετα προς τη γνώμη και προς τα λόγια των εχθρών, σας ζητώ μεν να με υποβάλλετε σε δοκιμασία, απ’ την άλλη όμως να θεωρείτε ότι αυτοί είναι χειρότεροι. Και πρώτα θα σας αποδείξω ότι δεν ανήκα στην τάξη των ιππέων ούτε ήμουν στην πατρίδα στα χρόνια των τριάκοντα, ούτε συμμετείχα στο τότε πολίτευμα.

ΔΙΗΓΗΣΗ-ΑΠΟΔΕΙΞΗ 4-19.

[4] Δηλαδή εμάς ο πατέρας πριν τη συμφορά στον Ελλήσποντο μας έστειλε να ζήσουμε κοντά στον Σάτυρο στον Πόντο και ούτε, όταν καθαιρέθηκαν τα τείχη, επιστρέψαμε στην πατρίδα, ούτε όταν άλλαξε το πολίτευμα, αλλά ήρθαμε πριν επιστρέψουν απ’ την εξορία απ’ τη Φυλή στον Πειραιά νωρίτερα από πέντε μέρες.
[5] Και όμως, ούτε εμείς ήταν φυσικό, καθώς φτάσαμε μέσα σε τέτοιες χρονικές περιστάσεις να θέλουμε να συμμετέχουμε σε ξένους κινδύνους, ούτε εκείνοι φαίνονται να έχουν τέτοια γνώμη, ώστε να δώσουν δικαιώματα στη διοίκηση της πολιτείας σε όσους ήταν μακριά απ’ την πατρίδα και δεν είχαν κάνει κανένα αδίκημα, αλλά περισσότερο στερούσαν τα πολιτικά δικαιώματα απ’ αυτούς που από κοινού κατέλυσαν τη δημοκρατία.
[6] Έπειτα, το να εξετάσει κανείς όσους ήταν στους ιππείς με βάση την πινακίδα, είναι αφελές. Γιατί μέσα σ’ αυτή δεν αναγράφονται πολλοί απ’ αυτούς που έχουν ομολογήσει ότι υπήρξαν ιππείς, ενώ έχουν γραφεί μέσα μερικοί απ’ αυτούς που ζούσαν μακριά. Και αυτό είναι ο μεγαλύτερος έλεγχος (της κατηγορίας). Όταν δηλαδή επιστρέψατε απ’ την εξορία αποφασίσατε με ψήφισμα οι φύλαρχοι να παραδώσουν κατάλογο των ιππέων, για να εισπράξετε απ’ αυτούς πίσω το επίδομα.
[7] Για ’μένα συνεπώς κανείς δε θα μπορούσε ν’ αποδείξει ούτε ότι αναγράφηκα απ’ τους φυλάρχους ούτε ότι παραδόθηκα στους συνηγόρους του δημοσίου ούτε ότι επέστρεψα πίσω το επίδομα. Κι όμως είναι σ’ όλους εύκολο να καταλάβουν αυτό, ότι δηλαδή ήταν αναγκαίο για τους φυλάρχους, αν δεν φανέρωναν όσους κατείχαν τα επιδόματα, να τιμωρηθούν οι ίδιοι. Ώστε πολύ πιο δίκαια θα μπορούσατε να εμπιστευτείτε εκείνους τους καταλόγους ( των φυλάρχων) παρά τούτους. Γιατί απ’ αυτούς ήταν εύκολο για όποιον ήθελε να σβηστεί, ενώ σ’ εκείνους ήταν αναγκαίο οι ιππείς να καταγραφούν απ’ τους φυλάρχους.
[8] Ακόμη δε, βουλευτές, και στην περίπτωση που υπήρξα ιππέας, δε θα το αρνιόμουν σα να έχω κάνει κάτι φοβερό, αλλά θα απαιτούσα, αν πρώτα αποδείκνυα ότι κανείς απ’ τους πολίτες δεν έχει από ’μένα κακοποιηθεί, να μπω στη διαδικασία της δοκιμασίας. Και βλέπω πως και ’σεις έχετε την ίδια γνώμη, και πολλούς απ’ όσους υπήρξαν τότε ιππείς να είναι βουλευτές, πολλούς δε απ’ αυτούς να έχουν εκλεγεί στρατηγοί και ίππαρχοι. Συνεπώς για κανένα άλλο λόγο μη νομίσετε ότι απολογήθηκα έτσι, παρά για το ότι φανερά τόλμησαν να ψευδολογήσουν σε βάρος μου. Κι ανέβα για χάρη μου στο βήμα και δώσε μαρτυρίες.

9-13.
[9] Για την ίδια λοιπόν την κατηγορία δε γνωρίζω για ποιο λόγο χρειάζεται να πω περισσότερα. Έχω την εντύπωση όμως, βουλευτές, ότι στους άλλους δικαστικούς αγώνες ταιριάζει κανείς ν’ απολογείται για τις ίδιες και μόνο τις κατηγορίες, στη διαδικασία όμως των δοκιμασιών (πιστεύω ότι) είναι δίκαιο να λογοδοτεί κανείς για το σύνολο της ζωής του. Ζητώ λοιπόν από ’σας να με ακούσετε με ευνοϊκή διάθεση. Και θα κάνω την απολογία μου όπως τυχόν μπορέσω με τα πιο σύντομα λόγια. (και θ’ απολογηθώ με όσο πιο σύντομο τρόπο μπορέσω).
[10] Γιατί εγώ πρώτα-πρώτα, παρόλο που δε μου είχε αφεθεί μεγάλη περιουσία εξ αιτίας των συμφορών και του πατέρα και της πόλης, πάντρεψα δύο αδελφές προικίζοντας με τριάντα μνες την κάθε μία κι έκανα τη μοιρασιά (της περιουσίας) έτσι με τον αδελφό μου, ώστε εκείνος να ομολογεί ότι κατέχει περισσότερη από ’μένα πατρική περιουσία, και απέναντι προς όλους τους υπόλοιπους έτσι έζησα τη ζωή μου, ώστε ποτέ να μη διατυπωθεί κάποιο παράπονο σε βάρος μου από κανέναν.
[11] Και την ιδιωτική μου ζωή με τον ίδιο τρόπο διεύθυνα. Κι όσον αφορά στο δημόσιο βίο, θεωρώ μεγαλύτερη απόδειξη της δικής μου τιμιότητας ότι απ’ τους νεώτερους όσοι στα ζάρια ή στα ποτά ή στις παρόμοιες ακολασίες τυχαίνει να χάνουν τον καιρό τους θα τους δείτε όλους αυτούς να ’ναι διαφορετικοί από ’μενα και να πλάθουν πολλούς μύθους και να διαδίδουν (πολλά) ψεύδη σε βάρος μου. Κι όμως είναι φανερό, ότι, αν επιδιώκαμε τα ίδια πράγματα, δε θα είχαν τέτοιου είδους γνώμη για ’μένα.
[12] Ακόμη, βουλευτές, κανείς δε θα μπορούσε ν’ αποδείξει για ’μένα ότι υπήρξε ούτε βρόμικη ιδιωτική δίκη, ούτε έγγραφη καταγγελία ούτε μήνυση για δημόσιο αδίκημα. Κι όμως βλέπετε άλλους πολύ συχνά να έχουν εμπλακεί σε τέτοιου είδους δικαστικούς αγώνες. προς τις εκστρατείες και προς τους κινδύνους απέναντι στους εχθρούς σκεφτείτε πόσο πρόθυμα εκπληρώνω το καθήκον μου προς την πατρίδα.
[13] Πρώτα-πρώτα δηλαδή όταν κάνατε συμμαχία με τους Βοιωτούς κα έπρεπε να βοηθήσετε στην Αλίαρτο, αν και είχα καταγραφεί απ’ τον Ορθόβουλο στους ιππείς, επειδή έβλεπα ότι όλοι πίστευαν ότι οι ιππείς έπρεπε να ήταν ασφαλείς, ενώ οι οπλίτες βρίσκονταν σε κίνδυνο, κι ενώ άλλοι είχαν καταταγεί στο ιππικό χωρίς να έχουν δοκιμαστεί και παράνομα, εγώ παρουσιάστηκα στον Ορθόβουλο και του είπα να με διαγράψει απ’ τον κατάλογο των ιππέων, επειδή πίστευα ότι είναι ντροπή, ενώ ο κύριος όγκος του στρατού επρόκειτο να εκτεθεί σε κίνδυνο, να εκστρατεύσω εγώ έχοντας προσφέρει ασφάλεια στον εαυτό μου. Και για χάρη μου, Ορθόβουλε, ανέβα στο βήμα (να καταθέσεις).

[14] Όταν λοιπόν συγκεντρώθηκαν οι δημότες πριν την εκστρατεία, επειδή γνώριζα ότι μερικοί από αυτούς ήταν ενάρετοι και με ψυχισμό, στερούνταν όμως τα απαραίτητα εφόδια, είπα ότι εκείνοι που έχουν τη δυνατότητα πρέπει να παρέξουν τα απαραίτητα σε εκείνους με οικονομική στενότητα. Και όχι μόνο συμβούλευα αυτό στους άλλους, αλλά και ο ίδιος έδωσα σε δύο άνδρες τριάντα δραχμές στο καθένα, όχι πως είχα πολλά, αλλά για να γίνει αυτό παράδειγμα στους άλλους. Και για χάρη μου ανεβείτε στο βήμα.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ

[15] Μετά από αυτά λοιπόν, βουλευτές ,όταν έγινε η εκστρατεία στην Κόρινθο και όλοι ήξεραν από πριν ότι θα χρειαστεί να εκτεθούν σε κίνδυνο, ενώ πολλοί απέφευγαν τη μάχη, εγώ κατάφερα ώστε παραταγμένος στην πρώτη γραμμή να πολεμήσω τους εχθρούς· και μάλιστα, ενώ η δική μας φυλή είχε βαριές απώλειες και πάρα πολλοί πέθαναν εκεί, αποχώρησα ακόμα πιο μετά κι από τον περήφανο Στειριέα, που λοιδορούσε όλους τους ανθρώπους για δειλία.
 [16] Και όχι πολλές μέρες μετά από αυτά κι ενώ πολλές οχυρές θέσεις είχαν καταληφθεί στην Κόρινθο για να μην μπορούν να περνούν οι εχθροί, επειδή ο Αγησίλαος εισέβαλε στη Βοιωτία και ψήφισαν οι άρχοντες να αποχωρήσουν τμήματα για να βοηθήσουν, ενώ όλοι φοβούνταν (λογικό, βουλευτές· γιατί ήταν φοβερό, ενώ μετά βίας σώθηκαν πριν λίγο να ριχτούν σε άλλο κίνδυνο) παρουσιάστηκα εγώ στον ταξίαρχο και του πρότεινα να στείλει χωρίς κλήρο τη δική μου παράταξη.

[17] Λοιπόν, αν κάποιοι από σας οργίζονται με αυτούς που απαιτούν να διαχειρίζονται τα σχετικά με την πόλη, όμως αποφεύγουν τους κινδύνους, δεν θα είχαν και δίκαια αυτή τη γνώμη για μένα· γιατί όχι μόνο εκτελούσα με προθυμία τις εντολές, αλλά τολμούσα να κινδυνεύσω. Και αυτά τα έκανα όχι επειδή πίστευα ότι δεν είναι φοβερό να πολεμά κανείς τους Λακεδαιμόνιους, αλλά προκειμένου αν έπλεκα άδικα σε μια δικαστική διαμάχη, με βάση όλα αυτά να έχετε θετικότερη γνώμη για ‘μένα και να τύχω κάθε δίκαιο. Και για χάρη μου, ανεβείτε μάρτυρες γι’ αυτά.
ΜΑΡΤΥΡΕΣ

18-19.

[18] Δεν παραμέλησα λοιπόν ποτέ καμία απ’ τις υπόλοιπες εκστρατείες και φρουρές, αλλά όλο το χρονικό διάστημα συνέχεια εκστράτευα ανάμεσα στους πρώτους και επέστρεφα πίσω (υποχωρούσα) με τους τελευταίους. Κι όμως πρέπει από τέτοιες πράξεις να εξετάζετε όσους ασχολούνται με φιλοδοξία και φρόνηση με τις κοινές υποθέσεις, κι όχι αν κάποιος έχει μακριά μαλλιά, για τούτο να τον μισείτε. Γιατί τέτοιου είδους συνήθειες δε βλάπτουν ούτε τους πολίτες, ούτε το δημόσιο, ενώ απ’ αυτούς που θέλουν να ριψοκινδυνεύουν απέναντι στους εχθρούς όλοι  εσείς ωφελείσθε.
[19] Επομένως δεν είναι άξιο, βουλευτές, με βάση τα εξωτερικά γνωρίσματα ούτε ν’ αγαπάτε ούτε να μισείτε κανένα, αλλά να εξετάζετε απ’ τις πράξεις. Γιατί πολλοί, αν και είναι λιγομίλητοι και ντύνονται με ευπρέπεια, έχουν γίνει αίτιοι μεγάλων συμφορών, ενώ άλλοι παρόλο που αδιαφορούν για τέτοια πράγματα, σας έχουν προσφέρει πολλές σπουδαίες υπηρεσίες.

20-21               ΕΠΙΛΟΓΟΣ

[20] Ήδη, βουλευτές, κατάλαβα ότι μερικοί ενοχλήθηκαν μαζί μου και γι’ αυτά, ότι παρόλο που είμαι νεότερος επιχείρησα να μιλήσω στην εκκλησία του δήμου. Εγώ όμως πρώτ’ απ’ όλα αναγκάστηκα να μιλήσω δημόσια για υποθέσεις δικές μου, έπειτα βέβαια και για τον εαυτό μου πιστεύω ότι έχω επιδείξει μεγαλύτερη φιλοδοξία απ’ αυτή που πρέπει, και επειδή από τη μία έχω στο νου μου τους προγόνους, γιατί ποτέ δεν έπαψαν ν’ ασχολούνται με την πολιτική,
[21] κι απ’ την άλλη επειδή βλέπω εσάς (γιατί πρέπει να λέμε την αλήθεια) ότι τέτοιους ανθρώπους μόνο θεωρείτε ότι είναι άξιοι, ώστε βλέποντας εσάς να έχετε αυτή την αντίληψη, ποιος δε θα παρακινούταν να πράττει και να λέει για χάρη της πόλης; Ακόμη, για ποιο λόγο ενοχλείστε με τέτοιους πολίτες; Γιατί δεν υπάρχουν άλλοι κριτές γι’ αυτούς, αλλά εσείς. 

Μπορείτε να κατεβάσετε σε μορφή pdf τη μετάφραση πατώντας εδώ. Σημειώνεται ότι για να τη διαβάσετε πρέπει να έχετε εγκαταστήσει στον υπολογιστή σας κάποια έκδοση του Acrobat Reader. Επίσης δείτε σε φωτογραφία προηγούμενης ανάρτησης πώς κάνουμε λήψη όταν πάμε στη σελίδα.